Επικίνδυνη η πολιτική αδιαφορία για τη φαρμακευτική περίθαλψη
Άρθρο κ. Κωνσταντίνου Μ. Φρουζή, Προέδρου ΣΦΕΕ Ημερησία
Άρθρο του Προέδρου του ΣΦΕΕ, κ. Κ. Φρουζή στην «Ημερησία», 21/11/2013
Το τελευταίο διάστημα επιβεβαιώνεται ολοένα και περισσότερο η εκτίμηση πως ο κλάδος του φαρμάκου εισέρχεται στην πιο κρίσιμη περίοδο των τελευταίων δεκαετιών μετά και την ολοκλήρωση των νομοθετικών ρυθμίσεων που περιέχονται στο πολυνομοσχέδιο για την υγεία. Με την Πολιτεία να αδιαφορεί στις φωνές αγωνίας των ασθενών και των φορέων περίθαλψης, βάζοντας την υπογραφή της στη δραματική υποβάθμιση της φαρμακευτικής πολιτικής και ορίζοντας το φαρμακευτικό προϋπολογισμό στα 2 δις. ευρώ για το 2014 – κάτω σχεδόν 600 εκατ. ευρώ από το 2013 – φοβάμαι πως θα ζήσουμε ένα άσχημο νέο έτος, με πολλαπλές αρνητικές διαστάσεις.
Αποτελεί κοινή λογική αλλά και αποδεδειγμένη λειτουργική πρακτική, ότι στα κράτη που πλήττονται από οικονομική ύφεση οι κυβερνήσεις προάγουν κινήσεις και μεριμνούν για την αύξηση της πρόνοιας, ώστε να στηρίζουν τις συνθήκες διαβίωσης και να διασφαλίζουν τη συνοχή του κοινωνικού ιστού. Μιλάω για κράτη πολιτισμένα, με ανθρώπινους νόμους και δημοκρατία μεταξύ των οποίων είναι και η Ελλάδα. Στη χώρα μας όμως, δυστυχώς κάθε μέρα βλέπουμε ότι το αυτονόητο δεν ισχύει.
Από τη μια μεριά τα στοιχεία δείχνουν ότι η ανεργία καλπάζει και αναμένεται μάλιστα να φτάσει έως και στο 30% φέτος , ότι οι ανασφάλιστοι και οι άποροι που δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας ξεπερνούν τα 2.000.000, ότι οι δομές της πρωτοβάθμιας περίθαλψης καταρρέουν και ότι η παιδική θνησιμότητα «κερδίζει» ποσοστά και από την άλλη το κράτος περικόπτει κι άλλο την περίθαλψη «γυρίζοντας την πλάτη» στην οποία προσπάθεια να σταματήσει αυτή η κατρακύλα.
Σε μια κοινωνία που δοκιμάζεται, όπου ο ιδιωτικός τομέας έχει συρρικνωθεί και τα νοικοκυριά βλέπουν τα εισοδήματά τους να εξαφανίζονται, το κράτος αντί να σταθεί αρωγός στην προσπάθειά τους να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες ή ακόμη και να επιβιώσουν, επιβαρύνει την κατάσταση αυτή. Τα φάρμακα έχουν γίνει πλέον βραχνάς και δυσεύρετα για τους ασθενείς με σοβαρές ασθένειες.
Τα δε νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας έχουν τεράστιες ελλείψεις και οι ασθενείς με σοβαρές ασθένειες αναγκάζονται για ώρες να ταλαιπωρούνται υπό άθλιες συνθήκες σε ουρές, να αγωνιούν και να περιφέρονται για να βρουν τα φάρμακά τους. Φάρμακα τα οποία έχουμε εξασφαλίσει γι αυτούς όμως ο κρατικός μηχανισμός μέσα στην απορρύθμισή του δεν μπορεί να τα διαθέσει.
Την ίδια στιγμή τα προγράμματα επανένταξης των ατόμων με εξαρτήσεις έχουν μειωθεί κατά 50%, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται σημαντική αύξηση των κρουσμάτων HIV αλλά και της ηπατίτιδας με ταυτόχρονη ραγδαία αύξηση του αριθμού των θανάτων από μολύνσεις και άλλες θανατηφόρες ασθένειες.
Τα δε κοινωνικά ιατρεία, στη λειτουργία των οποίων συμβάλουμε όλοι μας και στα οποία παρουσιάζεται αύξηση προσέλευσης 30% σε ετήσια βάση, και δεν μπορούν να εξυπηρετούν την πληθώρα των ασθενών και φυσικά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν το εθνικό σύστημα υγείας παρά την φιλότιμη αυτή προσπάθεια. Το δε voucher είναι μια μικρή ανακούφιση μπροστά σε προβλήματα που ραγδαία αυξάνονται.
Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την αύξηση των ψυχικών νοσημάτων και τις αυτοκτονίες που έχουν πολλαπλασιαστεί, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην απώλεια 3 και πλέον ετών από το προσδόκιμο ζωής των Ελλήνων. Και αυτό σε μερικών μόνο ετών!
Εμείς, οι φορείς της φαρμακευτικής περίθαλψης και της Οικονομίας σε όλα αυτά φωνάζουμε και επαναλαμβάνουμε ότι λύσεις υπάρχουν, είναι συγκεκριμένες και εφαρμόσιμες.
Το καλοκαίρι καθίσαμε, η πολιτεία και οι φορείς της αλυσίδας φαρμάκου στο ίδιο τραπέζι. Τα βάλαμε κάτω και σε πολλά σημεία καταλήξαμε σε κοινή δράση, προδιαγράφοντας ένα γενικό πλαίσιο αρχών ώστε η χώρα με τα υπάρχοντα μέσα που διαθέτει να εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή φαρμακευτική περίθαλψη και χωρίς να ξεφύγει από το γενικότερο μνημονιακό στόχο. Δυστυχώς οι συζητήσεις έγιναν απουσία της τρόικας η οποία απομείωσε ή μάλλον εκμηδένισε την πάσα αξία αυτών στα οποία καταλήξαμε. Και τα οποία αφορούν απόψεις και συμπεράσματα από γνώστες και επιστήμονες του χώρου και όχι από απλούς λογιστές και γραφειοκράτες.
Η Τρόικα λοιπόν με μονοκονδυλιά προσδιόρισε τη φαρμακευτική δαπάνη στα 2 δις. ευρώ όταν η δική μας εκτίμηση, δηλ. το όριο που αντικειμενικά προέκυψε από τη δική μας δουλειά τοποθετείται στα 2,25 – 2,3 δις. ευρώ. Κι εμείς μπορούμε να αποδείξουμε γιατί προτείνουμε αυτό το επίπεδο ενώ η τρόικα δεν έχει παρουσιάσει καμιά αιτιολόγηση εκτός από το περίφημο 1% στόχο της φαρμακευτικής περίθαλψης στο ΑΕΠ. Σε ένα ΑΕΠ που εξαθλιώθηκε κατά 50 δις τα τελευταία 4 χρόνια κάνοντας εκατομμύρια τους αποκλεισμένους από την ασφάλιση στη χώρα μας.
Μας επιβάλλεται λοιπόν ένα όριο φαρμακευτικής δαπάνης το οποίο θα ξεπεράσει τα 600 εκατ. σε σχέση με το 2013 και το οποίο όλοι οι φορείς χαρακτηρίζουμε ως απάνθρωπο και ρατσιστικό. Με τα 2 δις. ευρώ η κατά κεφαλή φαρμακευτική περίθαλψη του Έλληνα οδηγείται σχεδόν στο μισό του μέσου Ευρωπαίου πολίτη των 28 χωρών! Η φαρμακευτική αγορά υποστηρίζει ότι η δαπάνη δεν μπορεί να υποχωρήσει κάτω από τα 2,25 – 2,3 δις. ευρώ, διαφορετικά θα προκύψει εντονότερη ανθρωπιστική κρίση.
Θα πρέπει επίσης να πω ότι υπάρχει το θετικό στοιχείο ότι η τρόικα δεν θέτει τα 2 δις. ευρώ ως μια άκαμπτη «κόκκινη γραμμή» και μπορεί να δεχτεί ισοδύναμα μέτρα εφόσον αυτά μπορούν να εξασφαλιστούν κυρίως μέσα από το χώρο της Υγείας. Και ως ισοδύναμα μέτρα δεν εννοώ το clawback το οποίο αν ο στόχος καταλήξει στα 2 δις., ευρώ και θα μας «γονατίσει» σαν κλάδο αλλά και θα προκαλέσει από το πρώτο τρίμηνο του 2014 αρρυθμίες στην αγορά. Μιλάω για ισοδύναμα μέτρα τα οποία έτσι κι αλλιώς χρειάζονται ώστε να γίνει ειδική μέριμνα για την εισαγωγή και κυκλοφορία νέων καινοτόμων φαρμάκων. Δεν είναι δυνατόν ακόμη και φάρμακα που έχουν πάρει τιμή από τον Αύγουστο να μην έχουν ενταχθεί στη λίστα των αποζημιούμενων και να ταλαιπωρούνται οι ασθενείς με παράλογη και χρονοβόρα γραφειοκρατία.
Θέλω να σταθώ στα καινοτόμα φάρμακα και από την πλευρά των αλλαγών της τιμολόγησης που αναμένεται να εφαρμοστεί με βάσει το νέο νόμο. Είναι σίγουρο ότι με τις ραγδαίες μειώσεις που προοιωνίζονται οι νέες διατάξεις πολλές εταιρείες δεν θα μπορούν να κυκλοφορήσουν στη χώρα επώνυμα εκτός πατέντας φάρμακα τα οποία θα έχουν επίπτωση στην τιμολογιακή πολιτική άλλων χωρών. Τα νέα φάρμακα λοιπόν θα είναι αυτά που με μια λελογισμένη διαδικασία υποκατάστασης θα μπορέσουν να επιτρέψουν ώστε να μη δημιουργηθούν κενά και σε ένα σωστό μίγμα με γενόσημα να εξασφαλίζουν τις σωστές θεραπείες.
Θέλω επίσης να πω, πως όσο κι αν το φάρμακο βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, η πολιτεία θα πρέπει επιτέλους να το αντιμετωπίσει και ως «αγωγή» ανάπτυξης. Αποτελούμε τη βάση για την υγεία της κοινωνίας αλλά αποτελούμε και μοχλό υγειών οικονομικών μεγεθών και απασχόλησης για τη χώρα. Αλλά για πόσο ακόμα?