Λανθασμένη η πρακτική υπολογισμού της δαπάνης από τους δανειστές

Άρθρο κ. Κωνσταντίνου Μ. Φρουζή, Προέδρου ΣΦΕΕ Κυριακάτικη Δημοκρατία

 

Άρθρο του Προέδρου του ΣΦΕΕ, κου Κ. Φρουζή στην «Κυριακάτικη Δημοκρατία», 24/11/2013

 

Έχουν απομείνει ελάχιστες εβδομάδες μέχρι την εκπνοή του 2013, ενός ακόμη δύσκολου χρόνου που χαρακτηρίστηκε από νέες σημαντικές προκλήσεις για τον κλάδο Yγείας. Αν και υπάρχει λίγος καιρός ακόμη για να αποκρυσταλλώσουμε τον πλήρη απολογισμό του έτους, μια πρώτη ματιά στα όσα προηγήθηκαν, δείχνει ότι ενώ υπήρξαν κάποιες φιλότιμες ενέργειες για να διατηρηθεί ο τομέας της περίθαλψης σε αξιοπρεπή επίπεδα, δυστυχώς δεν εξασφαλίστηκαν οι δομές και οι εγγυήσεις που θα το επιτρέψουν.

Η πεποίθηση ότι οι Έλληνες μπορούμε να έχουμε παρά την κρίση ένα σύστημα περίθαλψης το οποίο αναλογεί σε μια δίκαιη κοινωνία ανθρώπων, αμφισβητείται έντονα λόγω της σφοδρής, αδικαιολόγητης και «βίαιης» θα έλεγα μείωσης του δημοσίου πόρου για φάρμακα. Και αυτό γιατί «το έτσι θέλω» των δανειστών έθεσε το στόχο της σχετικής δαπάνης στα 2 δις ευρώ για το 2014, χωρίς να έχει αποτιμήσει το χώρο του φαρμάκου κατά τη τρέχουσα χρονιά με τη δαπάνη στα 2,5 δις. ευρώ και χωρίς να υπολογίζει παράπλευρες απώλειες. Και εδώ θα πρέπει να πω ότι ναι μεν τα καταφέραμε το 2013 αλλά τα «βγάλαμε πέρα» ασθενείς και επιχειρήσεις, πολύ δύσκολα. Και μέσα από αυτή τη δοκιμασία υπό το πρίσμα των νέων αναγκαίων περικοπών, σημειώσαμε ότι δεν μπορεί το σύστημα περίθαλψης να λειτουργήσει σωστά αν ο δημόσιος προϋπολογισμός για το φάρμακο πέσει κάτω από τα 2,25 δις. ευρώ.

Θα ήθελα εδώ να τονίσω, ότι στον τρόπο που γίνεται ο προσδιορισμός της δαπάνης  υπάρχει ένα βασικό λάθος, το οποίο θα το ονόμαζα «ανάποδο υπολογισμό». Η Τρόικα και κατ’ επέκταση η Κυβέρνηση, βάζουν ένα κόστος αυθαίρετα και ύστερα ζητούν από ένα ολόκληρο σύστημα περίθαλψης να πορευθεί με αυτό. Λάθος. Αυτό είναι μια αντίθετη από τη λογική, προσέγγιση. Τα Συστήματα Υγείας συγκεντρώνουν τις ανάγκες, τις προσδιορίζουν αντικειμενικά, οριοθετούν τη ζήτηση με βάση δημογραφικά στοιχεία και χαρακτηριστικά νοσηρότητας του πληθυσμού και μετά υπολογίζουν το ελάχιστο κόστος. Και αυτό υπολογίζεται αντικειμενικά με βάση τα πρωτόκολλα, το τι συμβαίνει στο εξωτερικό και φυσικά το κόστος και το είδος θεραπειών που πρέπει να εφαρμοστούν. Όμως αυτή η λογική δεν ακολουθείται εδώ.

Ίσως παλιότερα να έγιναν και σφάλματα ως προς την αντικειμενικότητα του προσδιορισμού της δαπάνης και να εκδηλώθηκαν κρούσματα εκφυλιστικά.  Όμως και τώρα ο προσδιορισμός της στα 2 δις. ευρώ δεν αποκαθιστά επ’ουδενί την προσπάθεια εξορθολογισμού. Αντίθετα οι εκτιμήσεις βασίζονται σε μια αυθαίρετη βάση κάποιων Ευρωπαίων λογιστών που προσπαθούν  να «φορέσουν» μια ασφυκτική λύση σε λάθος υπολογισμένες διαστάσεις ανάγκης. Διότι οι ανάγκες ακόμη και αν υπολογιστεί η εισφορά όλων εμάς που ασχολούμαστε με τον κλάδο του φαρμάκου και της περίθαλψης είναι πολύ μεγαλύτερες, ειδικά σε ένα πληθυσμό που το 1/3 του βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας. Είναι γεγονός ότι 3 στους 10 είναι άνεργοι και ανασφάλιστοι σήμερα ή προσεχώς και διαρκώς αυξάνεται ο επιπολασμός ασθενειών που απαιτούν άμεση θεραπεία, όπως η ηπατίτιδα, τα καρδιοαγγειακά, η άνοια, ακόμη και αυτοάνοσα όπως η σκλήρυνση.

Σήμερα μπορούμε με τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεση μας να καταφέρουμε πολλές παραμετροποιήσεις που να βγάζουν σωστό αποτέλεσμα, για σωστή κατανομή στην εξοικονόμηση πόρων και να μην μπαίνει το μαχαίρι μόνο στο φάρμακο. Όμως ακόμη μιλούν μόνο τα κομπιουτεράκια και τα λογιστικά βιβλία, και όχι η στρατηγική σκέψη και ο σχεδιασμός. Και όλο αυτό θα λειτουργήσει σαν ντόμινο. Θα ξεκινήσει από το φάρμακο και την Πρωτοβάθμια περίθαλψη η οποία ακριβαίνει συνεχώς για να περάσει τελικά στη Δευτεροβάθμια. Δεν είναι υπερβολή και το επαναλαμβάνω ότι υποβαθμίζεται η υγεία του σύγχρονου Έλληνα και αποδυναμώνεται η συνοχή της ελληνικής κοινωνίας.

Από τη δική μας πλευρά ότι μας έχει ζητηθεί το πράξαμε και μάλιστα για να επιτευχθεί και ο στόχος του 2013 συμβάλλουμε και πάλι με clawback  που προσεγγίζει τα 130 εκατ. ευρώ. Από την πλευρά της η Πολιτεία ενώ ξεκίνησε με μέτρα ώστε να αποκατασταθεί σε ένα βαθμό η ηρεμία στην αγορά μας, αυτό δεν κατορθώθηκε. Κι αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι και οι ασθενείς δεν εξυπηρετούνται αλλά και νέα φάρμακα εξακολουθούμε να μην έχουμε στην Ελλάδα εδώ και τρία χρόνια. Την ίδια στιγμή υπάρχουν και περί τα 1,200 εκατ. ευρώ χρέη που η Πολιτεία οφείλει στις φαρμακευτικές επιχειρήσεις.

Αντιστοίχως ενώ είχε δημιουργηθεί η αισιοδοξία ότι η Πολιτεία θα δημιουργήσει καλύτερες συνθήκες ώστε μέχρι το τέλος του έτους 500 νέα καινοτόμα στην πλειονότητά τους σκευάσματα θα έπαιρναν τιμή και θα έμπαιναν στην λίστα, λίγο πριν τη λήξη του 2013 βρισκόμαστε ακόμη σε ατέρμονες συζητήσεις και σε δημιουργία Επιτροπών που το μόνο που καταφέρνουν είναι να πετούν την μπάλα στην εξέδρα.

Παρά τα προβλήματα,  εμείς δε σταματάμε να επιχειρηματολογούμε ότι ο κλάδος είναι μια ευκαιρία ανάπτυξης. Είναι σημαντικά τα παραδείγματα της ελληνικής βιομηχανίας και των πολυεθνικών που συνεχίζουν να επενδύουν στη χώρα, με κλινικές έρευνες, με παραγωγή, με ενίσχυση δραστηριοτήτων ευρύτερα. Κι όλα αυτά γίνονται καθώς πρυτανεύει η λογική ότι δεν υπάρχουν περιθώρια να ακολουθήσουμε άλλο δρόμο. Το μοντέλο των μονομερών περικοπών, όπως είχαμε προειδοποιήσει, πέτυχε τα ελάχιστα που απαιτούνται για έξοδο από την ύφεση. Για να πετύχουμε βιωσιμότητα και προβλεψιμότητα απαιτείται νέα λογική. Και εμείς έχουμε τα εφόδια, έχουμε βάλει τα θεμέλια και ζητάμε απλά την ειλικρινή συνεργασία με την Πολιτεία.