Μετέωρη η υγεία εν μέσω πολιτικών εξελίξεων

Συνέντευξη κ. Κωνσταντίνου Μ. Φρουζή, Προέδρου ΣΦΕΕ στη Ναυτεμπορικη (23/12)

 

Εν μέσω πολιτικών εξελίξεων που δημιουργούν ασάφειες για το τι μέλλει γενέσθαι σε όλους τους τομείς της ελληνικής κοινωνίας, η Υγεία εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με τις πιέσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής και τα πολλαπλά μέτρα. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, μιλά στην Ειδική Έκδοση «Φάρμακο Υγεία» για την κρισιμότητα της περιόδου, αλλά και την αναγκαία μέριμνα η οποία προσπερνά κομματικές αντιπαραθέσεις και σκοπιμότητες, τοποθετώντας στο επίκεντρο τον Έλληνα ασθενή.

 

Αν και τα θέματα στην υγεία και ειδικότερα στον τομέα της πολιτικής φαρμάκου εξακολουθούν σε σημαντικό βαθμό να μένουν ανοιχτά, λόγω επικαιρότητας θα ήθελα η πρώτη μου ερώτηση να αφορά στις πολιτικές εξελίξεις. Η κατάσταση ήταν κρίσιμη και τώρα δείχνει ακόμη κρισιμότερη έως και μετέωρη. Όλο αυτό το ασταθές κλίμα, πως επηρεάζει τον χώρο του φαρμάκου;

Πολύ σωστά σημειώνετε ότι η κατάσταση πλέον είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Όλοι γνωρίζαμε ότι η διαδικασία της εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας θα προκαλούσε σημαντικές εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό και αυτές με τις σειρά τους αλυσιδωτά θα επηρέαζαν, όπως και γίνεται, όλοι την ελληνική κοινωνία και δη την οικονομία. Ο αιφνιδιασμός όμως να εισέλθουμε σ αυτή την κατάσταση δυο μήνες νωρίτερα και πριν κλείσει το ανοιχτό μέτωπο με την Τρόικα, φέρνει νέες δυσκολίες και πιέσεις. Θα ήθελα βέβαια να επισημάνω, ότι και πριν μπούμε σε αυτές τις νέες “περιπέτειες”, το κλίμα από πλευράς πολιτικής Υγείας δεν έδειχνε να κινείται προς την ζητούμενη εδώ και χρόνια ισορροπία. Η πολιτική δράση αναλώνονταν σταθερά στην προσπάθεια της χώρας να ανταποκρίνεται στα προαπαιτούμενα των εκπροσώπων των δανειστών, όταν τα προβλήματα στην Υγεία ήταν και είναι πάντα εδώ. Μετέωρα όπως λέτε.
Δεν ξέρω αν οι δεσμεύσεις από πλευράς Πολιτείας για να προχωρήσουμε ένα βήμα μπροστά σε κάποια χρονίζοντα θέματα όπως η τιμολογιακή πολιτική στα φάρμακα, ο προϋπολογισμός για τους ανασφάλιστους, οι ρυθμίσεις για το clawback, το θεσμικό πλαίσιο για τις κλινικές μελέτες και αρκετά ακόμη ζητήματα θα έμπαιναν σε ένα δρόμο για αποτελεσματική αντιμετώπιση μέσα σε ένα δίμηνο. Όμως το σίγουρο είναι πως τώρα δεν είναι εύκολο να προωθηθούν και χάνεται και άλλος πολύτιμος χρόνος. Και εκείνος που είναι περισσότερο εκτεθειμένος από ποτέ είναι ο Έλληνας ασθενής και η υγεία του.

 

Η χρονιά κλείνει λοιπόν με τον πιο αβέβαιο τρόπο. Και ήταν μία χρονιά ιδιαίτερα δύσκολη μετά και την απόφαση για τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στα 2 δισ. ευρώ. Όμως το 2014 είναι και η 6η χρονιά που η οικονομία είναι σε ύφεση, παρά την αναμενόμενη άνοδο του ΑΕΠ κατά 0,6%. Ποιος είναι ο απολογισμός αυτής της εξαετίας για τις επιχειρήσεις του κλάδου;

Η οικονομική κρίση επηρέασε δραματικά το σύνολο του ελληνικού επιχειρείν, καθώς η μείωση του ΑΕΠ που αποδίδεται στη μείωση της κατανάλωσης και των εισοδημάτων, είχε όπως ήταν φυσικό αντίκτυπο στους τζίρους των εταιρειών. Για τις φαρμακευτικές θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβουμε και έκτακτες επιβαρύνσεις όπως το PSI, τη μείωση των τιμών των φαρμάκων, τα χρέη του δημοσίου και επίσης τους κλειστούς προϋπολογισμούς που μας έφεραν και το παγκόσμιας πρωτοτυπίας μέτρο του clawback το οποίο «κούμπωσε» πάνω στο rebate και μας υποχρεώνει να διαθέσουμε εκατομμύρια φάρμακα ….δωρεάν!
Μελετώντας κάποιες τελευταίες επιχειρηματικές μελέτες για την πορεία των επιχειρήσεων, διαπιστώνουμε συνολική μείωση τζίρου της τάξης του 23%, ήτοι συνολική απώλεια πάνω από 1,3 δισ. ευρώ από τα επίπεδα ρεκόρ που είχε ανέλθει ο τζίρος το 2009 όταν προσέγγισε τα 6 δισ. ευρώ. Αλλά δε χρειάζεται να πω εγώ περισσότερα. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ το αποδεικνύουν. Συνολικά ο κλάδος της υγείας την τελευταία 5τία απώλεσε πάνω από 7 δισ. ευρώ. Δηλαδή από τη συνολική απώλεια σε απόλυτα ποσά του ΑΕΠ περί το 15% ήταν η υγεία. Από επιχειρηματικής πλευράς θα έλεγε κανείς ότι ακόμη και κλάδοι παρόχων θα μπορούσαν να είχαν εξαφανιστεί. Όμως όλη αυτή απώλεια μεταφράζεται και σε απώλεια αξιοπρεπών συνθηκών περίθαλψης. Κι αυτό είναι το τραγικό για μία πολιτισμένη χώρα.

 

Όμως παρά τις δραματικές συνθήκες που αναφέρετε, οι ασθενείς σε γενικές γραμμές καλύπτονται. Έτσι δεν είναι;

Όντως καλύπτονταν και εξακολουθούν να καλύπτονται και σ αυτό έχουμε προσπαθήσει πολύ να βοηθήσουμε ως εταιρείες, καθώς σε πολλές περιπτώσεις τα έχουμε διανείμει σκευάσματα ακόμη και “πόρτα-πόρτα”. Όμως, πολλοί ασθενείς έχουν κυριολεκτικά δεινοπαθήσει μέχρι να εξασφαλίσουν κάποια θεραπεία, κι αυτό εξαιτίας του κλασικού πλέον «στερείται» από τα νοσοκομεία. Όμως, προσπαθούμε να βρίσκονται τουλάχιστον στα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, ένα κανάλι που δεν θα πρέπει σε καμιά περίπτωση να περιοριστεί.
Όσον αφορά σε κάποιες ελλείψεις στην αγορά που έχουν ακουστεί και ειδικά στα φαρμακεία, αυτό αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό -και μάλιστα μετά από ελέγχους του ΕΟΦ- στις παράλληλες εξαγωγές που γίνονται από το χονδρεμπόριο, ενώ ακούγονται και άλλες πιο ακραίες παράνομες διαδικασίες, τις οποίες θα πρέπει να εξετάσει ο ΕΟΦ.

 

Πάντως οι ασθενείς ναι μεν καλύπτονται αλλά από την άλλη βάζουν ακόμη βαθύτερα το χέρι στην τσέπη. Την ίδια στιγμή υπάρχει και ένα πρόσθετο σε εσάς clawback για την «μοιρασιά» της διαφοράς μεταξύ ασφαλιστικής τιμής και τελικής τιμής όταν επιλέγεται φάρμακο που δεν είναι φτηνότερο και μάλιστα σε κατηγορίες που υπάρχουν μοναδικά σκευάσματα…

Όντως οι ασθενείς, αναγκάζονται να καλύπτουν τελικά τις ανάγκες που έχουν για θεραπείες καταβάλλοντας σημαντική συμμετοχή που κατά μέσο όρο πρέπει να έχει ξεπεράσει το 25% πλησιάζοντας ακόμη και το 30%.
Σχετικά με τη διαφορά ανάμεσα στην ασφαλιστική τιμή και την τιμή πώλησης επί του σκευάσματος που θα επιλέξουν από κοινού ασθενής και γιατρός, δεν μπορεί να υπάρχει. Στρεβλώνει τα ποσοστά συνασφάλισης μεταξύ των θεραπειών, αναστέλλει την διείσδυση των φθηνότερων φαρμάκων, επεμβαίνει στον ανταγωνισμό μεταξύ των εταιριών. Δεν γίνεται πουθενά στον κόσμο αυτό, είναι παράνομο.
Από την άλλη μεριά θα έχετε αντιληφθεί ότι η δουλειά που κάνει και ο ΣΦΕΕ και οι εταιρείες από μόνες τους για τη δωρεά φαρμάκων μέσω προγραμμάτων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, αλλά και η εντονότατη δραστηριότητα των ενώσεων των ασθενών, σε ένα βαθμό καλύπτει κάποιες άμεσες και με το χαρακτήρα του επείγοντος καταστάσεις, οι οποίες φυσικά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν το κράτος.

 

Ένα από τα μέτρα τα οποία “πολεμάτε” είναι το θέμα της δραστικής ουσίας. Σε αυτό το μέτωπο μάλλον δεν μπορείτε πλέον αν κάνετε και πολλά καθώς με απόφαση του ΣτΕ επιτρέπεται πλέον η συνταγογράφηση με δραστική. Αυτό τι αντίκτυπο θα έχει στους ασθενείς;

Θα επαναλάβω για μια ακόμη φορά πως η πρωτογενής θεραπεία των ασθενών βασίζεται πάνω στη δραστική ουσία κάθε φαρμάκου. Όμως όπως όλοι οι επιστήμονες σημειώνουν και όλες οι έρευνες αποδεικνύουν, ένα φάρμακο δεν είναι μόνο η δραστική του.
Και όταν μιλάμε για αντίγραφα βασισμένα στη δραστική θα πρέπει να γνωρίζουμε και τις διαδικασίες αντιγραφής – αναπαραγωγής, τα έκδοχα και τις βασικές συνθήκες εγγυημένης ποιότητας.
Όλοι οι ασθενείς και ειδικά οι χρόνιοι, συχνά ρυθμίζονται με δυσκολία με έναν πολύ συγκεκριμένο συνδυασμό θεραπειών. Έχουμε πει επανειλημμένα ότι η αλλαγή του συνδυασμού αυτού και ο συνεχής πειραματισμός με τα όποια νέα φάρμακα -γιατί και το αντίγραφο είναι ένα άλλο φάρμακο- το πιθανότερο είναι να απορυθμίσει τον ασθενή.
Κι αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο στην εξέλιξη της πορείας της ασθένειας, αλλά και στα κόστη που προκαλεί αυτό. Επίσης δεν αποκλείεται και η μη συμμόρφωση ή η απορρύθμιση και η αναγκαστική κατεύθυνση του στην δευτεροβάθμια περίθαλψη, γεγονός ακόμα πιο σημαντικά κοστοβόρο για το Σύστημα υγείας.

 

Για το 2015 η δαπάνη παραμένει στα 2 δισ. συμπεριλαμβανομένων των εμβολίων και τη δαπάνη των ανασφάλιστων. Πως σκοπεύετε να αντιδράσετε;

Όπως καταλαβαίνετε πέρα από τα έντονα διαβήματα δεν έχουμε άλλο τρόπο. Η μόνη αντίδραση από τη στιγμή που το δημόσιο παραγγέλνει φάρμακα 2,6 δισ. ευρώ και θα μας πληρώσει 1,6 δισ. ευρώ είναι να βρούμε αυτά τα λεφτά από αλλού. Περικοπές και μείωση επιχειρηματικής δραστηριότητας επενδύσεων και απασχόλησης.
Αυτό σίγουρα θα σημαίνει και δυσκολία στην προμήθεια της αγοράς. Δυστυχώς αυτό δεν απειλή. Είναι η «φυσική» επίπτωση του ελλειμματικού τρόπου με τον οποίο συμπεριφέρεται ο επιχειρηματικός μας εταίρος, το Ελληνικό Δημόσιο.

 

Μεταξύ των δεσμεύσεων της Πολιτείας μιλήσατε και για τις κλινικές μελέτες για τις οποίες γνωρίζουμε πλέον ότι ο κ. Βορίδης προώθησε τις σχετικές αλλαγές του πλαισίου ώστε επιτέλους αυτός ο τομέας να εισέλθει σε τροχιά ανάπτυξης. Τι θα σημαίνει αυτό για τη φαρμακοβιομηχανία αλλά και για την ελληνική οικονομία;

Οι θέσεις του ΣΦΕΕ είναι πολύ συγκεκριμένες πάνω σε αυτό το θέμα. Ξέρουμε πολύ καλά ότι θα μπορούσαμε να έχουμε κλινικές μελέτες με επενδύσεις 250-300 εκατ. ευρώ, όμως δυστυχώς δεν καταφέρνουμε να πετύχουμε παρά το μόλις 20% αυτών. Αυτό σημαίνει σημαντικές απώλειες σε ιδιωτικά κεφάλαια, θέσεις εργασίας, αλλά κυρίως κάλυψη και φροντίδα ασθενών. Αλλά και για μας τις εταιρείες μεταφράζεται σε αδιαφορία από τις μητρικές που πλέον έχουν σχεδόν παραιτηθεί από τη διάθεση να επενδύσουν στη χώρα, όπου συνεχώς μιλάμε για εκλογές και συνάμα δεν εφαρμόζουμε τους όποιους νόμους που ψηφίζουμε. Για τη δε ελληνική φαρμακοβιομηχανία, σημαίνει ότι θα πρέπει να χρηματοδοτεί ξένα κέντρα για τις προσπάθειες για έρευνα που κάνει, αν και υπάρχουν ερευνητικά προγράμματα από ελληνικές εταιρείες εντός συνόρων, οι οποίες όμως δυσκολεύονται από τη γραφειοκρατία.
Να σημειώσω επίσης ότι σε μια περίοδο που παρατηρείται έκρηξη των επενδύσεων στο πεδίο της ιατροφαρμακευτικής έρευνας, εμείς βρισκόμαστε “εκτός νυμφώνος”. Μάλιστα μεταξύ 2008 και 2013 οι αιτήσεις για κλινικές έρευνες υπερδιπλασιάστηκαν διεθνώς – από 66.306 σε 159.223. Στη χώρα μας το διάστημα 2012-2013 κατατέθηκαν στην Ελλάδα μόλις 138 αιτήσεις για κλινικές μελέτες όταν την ίδια ώρα στο Βέλγιο κατατέθηκαν 1118 και στην Τσεχία 574!
Με το νέο θεσμικό πλαίσιο σε συνδυασμό με τις προσπάθειες για την ολοκλήρωση της στελέχωσης του ΕΟΦ μπορεί να θεμελιωθεί μια νέα συλλογική προσπάθεια στην οποία θα πρωταγωνιστήσουν και πάλι οι φαρμακευτικές εταιρείες, τα νοσοκομεία και τα ακαδημαϊκά ιδρύματα.
Να πω ακόμη πως οι φαρμακευτικές εταιρείες υπήρξαν ιδιαίτερα δραστήριες και στο πεδίο αυτό, καθώς ήδη με βάση τα στοιχεία του 2012 σχεδόν 1 στις 3 εταιρείες – μέλη του δραστηριοποιήθηκε στο πεδίο των κλινικών δοκιμών.
Πέρα από το κομμάτι των κλινικών ερευνών ο κλάδος του φαρμάκου είναι αντικειμενικά ένας κλάδος ανάπτυξης. Το έχετε επαναλάβει αρκετές φορές, αλλά θα ήθελα να διατυπώσετε συνοπτικά τα βασικά σημεία που θεωρείτε σημαντικά για να απεγκλωβιστεί αυτή η “χαμένη” ενέργεια….
Θα σταθώ και πάλι στα βασικά σημεία που είχαμε παρουσιάσει την άνοιξη του ’14 και αφορούσαν σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο μέσα από το οποίο με πολύ απλά βήματα εξασφαλίζονταν αφενός η επάρκεια φαρμάκων και θεραπειών για τους έλληνες ασθενείς, καθώς και η βιωσιμότητα των εταιρειών. Η νέα Στρατηγική για το φάρμακο, η οποία προκύπτει και μέσα από τη σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ, στοχεύει στην αύξηση των επενδύσεων για Ε&Α πάνω από το 10% του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων του κλάδου, την ανάδειξη της Ελλάδας σε κέντρο διεξαγωγής κλινικών μελετών, την αύξηση αριθμού υποβολής και κατοχύρωσης πατεντών φαρμακευτικών ουσιών, την εξασφάλιση άμεσης πρόσβασης των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες, διπλασιασμό επενδύσεων στις παραγωγικές μονάδες στην Ελλάδα, βελτίωση ανταγωνιστικότητας ελληνικού φαρμάκου – αύξηση εξαγωγών κατά 50%, δικτύωση ακαδημαϊκών/ερευνητικών κέντρων με την βιομηχανία και διπλασιασμό απασχολούμενων στην φαρμακευτική βιομηχανία.
Η Κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει περαιτέρω αναπτυξιακά κίνητρα και να ενθαρρύνει την προώθηση Καινοτομικών Επενδύσεων. Μεταξύ των κινήτρων αυτών είναι η ανάγκη τροποποίησης και σταθεροποίησης των φορολογικών κανονισμών ώστε να περιλαμβάνουν επενδύσεις σε άυλα στοιχεία και αποφορολόγηση εσόδων από την καινοτομία, η επανεξέταση του πλαισίου φορο-ελαφρύνσεων για δαπάνες Ε&Α και τεχνολογικής καινοτομίας, η εφαρμογή μειωμένου φορολογικού συντελεστή στα κέρδη από την εκμετάλλευση πατεντών και άλλων καινοτομιών & απαλλαγή των royalties από παρακράτηση φόρου καθώς και η δυνατότητα παροχής απαλλαγής από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης ειδικότερα για νέους επιστήμονες.

 

Κλείνοντας θα ήθελα και πάλι να επιστρέψω και πάλι στην πολιτική επικαιρότητα. Στην περίπτωση που έχουμε πρόωρες εκλογές και προκύψει μία Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ποια θεωρείτε πως θα είναι η εξέλιξη για την αγορά φαρμάκου;

Αυτό που θεωρώ ως αξίωμα είναι πως οποιαδήποτε κι αν είναι η Κυβέρνηση οφείλει να νοιάζεται για την υγεία των πολιτών αυτής της χώρας και εμείς να συνεργαζόμαστε για το καλό των ασθενών και της επιχειρηματικότητας. Είναι καθήκον μας.

 

Η φαρμακοβιομηχανία πάντως έχετε επαφές με το ΣΥΡΙΖΑ. Ποια είναι η τοποθέτησή των εκπροσώπων του κόμματος για την φαρμακευτική πολιτική;

Οι επαφές μας με την αντιπολίτευση, γίνονται στα πλαίσια των συναντήσεων όλου του επιχειρηματικού κόσμου με του εκπροσώπους των πολιτών Όχι αποκλειστικά με γνώμονα την όποια διάδοχη κατάσταση, αν και φυσικά όπως γνωρίζετε όλα είναι ανοικτά στην πολιτική. Η συνεννόηση και ενημέρωση είναι τακτική και αμφίδρομη μέσα στα πλαίσια που οφείλουμε να εκφέρουμε για τις θέσεις και προτάσεις μας που αφορούν στη Δημόσια υγεία και την υγιή επιχειρηματικότητα στη χώρα μας, αυτά που προανέφερα λίγο πριν.