Οι μεταρρυθμίσεις στην Υγεία και η μείωση του κόστους του φαρμάκου

Άρθρο κ. Κωνσταντίνου Μ. Φρουζή, Προέδρου ΣΦΕΕ Ελεύθερος Τύπος Κυριακής

Άρθρο Προέδρου ΣΦΕΕ, κ. Κωνσταντίνου Φρουζή
στην Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ


(ημ. Κυκλοφορίας: 29/09/2013)

Με μια συστάδα πολυάριθμων νομοθετικών ρυθμίσεων, η χώρα παλεύει την τελευταία τριετία, τη γνωστή σε όλους μνημονιακή περίοδο, να κάνει τομές, να ανατρέψει νοοτροπίες και να οδηγηθεί στην ανάκαμψη. Η πρώτη μερική αποτίμηση της διαδικασίας αυτής, η οποία αφορά στην υιοθέτηση πολλών μέτρων, αντικειμενικά δείχνει ικανοποιητική, ειδικά όσον αφορά στην επίσημη νομοθέτηση των μέτρων αυτών. Μάλιστα  πριν από μερικούς μήνες, η Ελλάδα βρέθηκε στην κορυφαία θέση μεταξύ των 17 χωρών της ευρωζώνης στην υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών.

Ο κλάδος της υγείας από την αρχή της περιόδου αυτής κινήθηκε ανταποκρινόμενος στις απαιτήσεις που προέβλεπε η διαδικασία αναδιάρθρωσης και δεν θα ήταν υπερβολή αν έλεγε κανείς ότι παρουσιάζει ρεκόρ όσον αφορά στις ψηφισθείσες μεταρρυθμίσεις που τον αφορούν. Ειδικότερα ο κλάδος του φαρμάκου υιοθέτησε, ή σωστότερα αναγκάστηκε συχνά με αιφνιδιασμούς να υιοθετήσει, σειρά μέτρων με στόχο να μειωθεί το κόστος του και – χωρίς καμία διάθεση θριαμβολογίας καθώς το τίμημα είναι τεράστιο- είμαι σε θέση να πω ότι κατάφερε να είναι σχεδόν στο 100% συνεπής, όταν άλλοι τομείς είναι ακόμη στην αφετηρία της προσπάθειας.

Η αναδιάταξη και αναμόρφωση του χώρου της υγείας είναι μια ανάγκη η οποία δεν μας προέκυψε τελευταία. Το ότι υπήρξε παθογένεια στο ΕΣΥ, ότι τα κόστη είχαν ξεφύγει και ότι υπήρξε και μη ορθολογική φαρμακευτική δαπάνη είναι απόλυτα αναγνωρισμένο. Δεν χρειάζονταν οι μνημονιακές επιταγές για να κατανοήσουμε την ανάγκη των αλλαγών. Όμως αυτές τις επέβαλαν με όλη την ακολουθούμενη σε πολλά σημεία στρέβλωση της διαδικασίας εξορθολογισμού. Κι αυτό γιατί οι παροχές υγείας και το φάρμακο θεωρήθηκαν μια “κακή” δαπάνη, ένας πολλαπλασιαστής του χρέους.

Επιχειρώντας μια αξιολόγηση των δράσεων καταλήγω στο συμπέρασμα ότι με τον όρο “δαπάνη” απομειώθηκε και υποβαθμίστηκε η ουσιαστική αξία των υπηρεσιών υγείας και φυσικά το βασικό όπλο αυτής, το φάρμακο. Πιστεύω ότι είναι καιρός πια να γίνει συνείδηση ότι ο χώρος της υγείας πρέπει να διαγραφεί από τα κρατικά κατάστιχα των δαπανών και να τοποθετηθεί σε κορυφαία θέση εκεί που ανοίγει η λίστα των κρατικών επενδύσεων. Τα κεφάλαια που προσανατολίζονται στην υγεία δεν είναι μία δαπάνη που χάνεται σε μια χοάνη, είναι επένδυση που επιστρέφει και δίνει υπεραξία στην κοινωνία. Ενισχύοντας και συντηρώντας την υγεία μιας κοινωνίας, ουσιαστικά γίνεται η πρωταρχική επένδυση για την ανάπτυξή της.

Την ίδια στιγμή ακόμη κι αν μιλήσουμε με στεγνούς οικονομικού όρους και ακόμη και αν διατηρήσουμε και τον όρο δαπάνη που δυστυχώς στα χρόνια του μνημονίου έχει δαιμονοποιηθεί, το να προσανατολίζονται κεφάλαια κρατικά στην αναμόρφωση του υγειονομικού χάρτη και κυρίως στην εισαγωγή της καινοτομίας, αυτό είναι κέρδος. Η εξίσωση είναι απλή: Βάζω χρήματα σε μια διαδικασία εκσυγχρονισμού, δημιουργώ οικονομίες κλίμακος, μειώνω κόστη, προσφέρω υψηλότερες υπηρεσίες και βελτιωμένα προϊόντα άρα κερδίζω άμεσα.  Κι αυτό σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα , ενώ αν δούμε λίγο πιο μακριά, σε ορίζοντα πενταετίας και πέρα, κάτι που απαιτείται όταν χαράζεις πολιτικές και επιβάλλεται όταν οι πολιτικές αφορούν χώρες,  το όφελος είναι μεγαλειώδες.

Κι εδώ λοιπόν ανοίγονται δυο σημαντικά θέματα. Το ένα είναι ο ύψος της δαπάνης που δυστυχώς μπαίνει σε μνημονιακή φόρμα, και το άλλο είναι το θέμα της καινοτομίας για το οποίο η πολιτεία επιτέλους μετά από πολύ μεγάλο διάστημα και υπό τη δική μας πίεση αρχίζει να το διερευνά στην αξία του.

Για τη δαπάνη λοιπόν η νέα “μη προοπτική” που είναι διαπιστωμένη είναι η εμμονή της τρόικας να τη συνδέει με το ΑΕΠ. Και φυσικά θα έλεγα ότι ναι, τα κεφάλαια για την υγεία συνδέονται με το ΑΕΠ, αλλά από την ανάποδη σε σχέση με το πως το εννοεί η Τρόικα.

Για να γίνω πιο ξεκάθαρος: Σε ένα ΑΕΠ σε ελεύθερη πτώση, η χώρα πρέπει να αντιπαραβάλλουν την ανάπτυξη. Η δαπάνη για την υγεία όπως είπα είναι ανάπτυξη και μόνο ένας υγιής πληθυσμός μπορεί να δράσει για να γυρίσει το πλοίο της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτός ο πληθυσμός θέλει να βρίσκει γιατρό και φάρμακο για να μπορέσει να ζήσει και να λειτουργήσει. Τι πιο λογικό λοιπόν από το να μην πρέπει να μειωθεί περαιτέρω ο προϋπολογισμός για τις δαπάνες υγείας και για τα φάρμακα.

Τα 2 δισ. ευρώ που μνημονεύονται, είναι λίγα και απέχουν επίσης μόλις 250 εκ. ευρώ από τα 2,250 δισ. ευρώ και το πάτωμα που μπορεί να υποχωρήσει το κόστος του φαρμάκου για την ελληνική κοινωνία χωρίς να εξουθενωθεί ο Έλληνας ασθενής και η εφοδιαστική αλυσίδα.

Αν λοιπόν, όπως υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός, το πλεόνασμα που δημιουργήθηκε κατευθυνθεί προς την ανακούφιση του πληθυσμού, ας κινηθεί και προς την υγεία. Και δεν εννοώ μόνο το φάρμακο, αλλά την όλη διαδικασία αναμόρφωσης της πρωτοβάθμιας φροντίδας.

Κλείνοντας αφήνω το σημαντικό κομμάτι της καινοτομίας, το οποίο μέσα του εμπεριέχει την έννοια της επένδυσης. Η καινοτομία βασίζεται στη συνεχόμενη προσπάθεια να βελτιώνουμε δομές, καταστάσεις, υπηρεσίες και προϊόντα. Τα νέα, καινοτόμα φάρμακα αυτό κάνουν. Ευτυχώς στα πλαίσια μιας πιο αποφασιστικής πολιτικής είδαμε πρόσφατα κάποια νέα φάρμακα να παίρνουν τιμή και να μπαίνουν στο δελτίο τιμών. Επιτέλους σε ένα βαθμό έγινε συνείδηση ότι η υγεία δεν είναι επιβάρυνση, αλλά αυτό που τονίζω, επένδυση. Όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος αυτών των νέων φαρμάκων και παράλληλα με την αύξηση των εκτός πατέντας/γενοσήμων φαρμάκων, θα διαπιστώσουμε το πόσο μεγάλο είναι το όφελος. Πρωταρχικά για την ποιότητα ζωής των ασθενών και εν συνεχεία για την οικονομική διάσταση του κλάδου υγείας. Αισιοδοξώ δε,  ότι θα αναγνωριστεί στο μέγεθός του, το λάθος των καθυστερήσεων που προηγήθηκαν εδώ και τρία χρόνια. Όχι για να επιρριφθούν ευθύνες αλλά για να μην επαναληφθεί το λάθος αυτό εις βάρος των πολιτών και της οικονομίας μας.