Νέα

Νέα

Η αγορά του φαρμάκου λειτουργεί με όρους μη βιώσιμους

Η αγορά του φαρμάκου λειτουργεί με όρους μη βιώσιμους

Συνέντευξη Προέδρου ΣΦΕΕ κ. Ολύμπιου Παπαδημητρίου στο Κεφάλαιο και στη δημοσιογράφο Βίκυ Κουρλιμπίνη, 20/12/2025

 

Πώς αξιολογείτε τη σημερινή κατάσταση της φαρμακευτικής αγοράς στην Ελλάδα; Η αγορά παραμένει σε συνθήκες πίεσης;

Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα βρίσκεται όλα τα τελευταία χρόνια υπό πίεση δεδομένου ότι η δημόσια χρηματοδότηση αυξάνεται με ιδιαίτερα βραδύ ρυθμό τη στιγμή που η συνολική φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται με διψήφια ποσοστά. Πιο συγκεκριμένα η δημόσια χρηματοδότηση μεταξύ 2019-2024 αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,65% όταν η συνολική φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 10,9% . Η προφανής συνέπεια αυτής της ασύμμετρης προσέγγισης από την πλευρά της πολιτείας ήταν να αυξηθούν οι υποχρεωτικές επιστροφές με μέσο ετήσιο ρυθμό 20% για όλα αυτά τα χρόνια.

Αν δε εξετάσουμε την κατά κεφαλή δημόσια χρηματοδότηση στις νότιες χώρες της Ευρώπης,  με τις οποίες μπορούμε να συγκριθούμε, θα διαπιστώσουμε πόσο σημαντικό είναι το χρηματοδοτικό κενό στη χώρα μας. Πιο συγκεκριμένα, σε επίπεδο συνολικής δημόσιας χρηματοδότησης (εξωνοσοκομειακής και νοσοκομειακής) κατά κεφαλή, για το 2023, η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης:

  1. Γαλλία – €555 ανά κεφαλή
  2. Ισπανία – €417 ανά κεφαλή
  3. Ιταλία – €372 ανά κεφαλή
  4. Πορτογαλία – €338 ανά κεφαλή
  5. Ελλάδα – €271 ανά κεφαλή

Η Πολιτεία εναποθέτει κατ’ αποκλειστικότητα στις φαρμακευτικές εταιρείες την ευθύνη για την πορεία της φαρμακευτικής δαπάνης και δεν διαθέτει τα απαραίτητα κονδύλια για να καλύψει όσα επιλέγει να αποζημιώνει. Με το σύστημα δε, που επινόησαν οι «θεσμοί» και η Πολιτεία φρόντισε στρεβλά να χρησιμοποιήσει, τροφοδοτείται η αδράνεια στη λήψη μέτρων ελέγχου της κατανάλωσης και διαιωνίζεται μια κατάσταση που μαθηματικά δεν μπορεί να οδηγήσει σε αίσιο τέλος.

Αν το σκεφθεί κανείς, ο μόνος χώρος κρατικών προμηθειών όπου το κράτος βάζει ένα όριο σε αυτά που πρόκειται να πληρώσει αλλά δεν βάζει κανένα όριο σε αυτά που θέλει να αγοράσει με τα χρήματα αυτά, είναι ο χώρος της υγείας και ιδιαίτερα ο χώρος του φαρμάκου που είναι ο πρωταθλητής των υποχρεωτικών επιστροφών. Σε τομείς όπως η ενέργεια, τα δημόσια έργα, οι κάθε είδους κρατικές προμήθειες εξοπλισμού, υπηρεσιών κλπ, ακόμη και με την τακτική της μειοδοσίας, η σχέση του τι θα πληρωθεί και ποιο θα είναι το παραδοτέο είναι συγκεκριμένη. Στο φάρμακο, ΟΧΙ !

Η υποχρηματοδότηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, οι υπέρογκες επιστροφές, καθώς και οι διαχρονικές στρεβλώσεις και η έλλειψη προβλεψιμότητας, θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση των φαρμακευτικών εταιρειών ή καλύτερα την επιβίωση πολλών σημαντικών φαρμάκων και τελικά την πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών στην καινοτομία.

 

-Οι επιστροφές αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα για τον κλάδο. Ποια είναι σήμερα η επιβάρυνση για τις εταιρείες και ποιες είναι οι συνέπειες για τους ασθενείς;

Τα τελευταία 4 χρόνια, συμπεριλαμβανομένου και του 2025 οι φαρμακευτικές εταιρείες συμβάλλουν στην συνολική δαπάνη για το φάρμακο περισσότερα χρήματα από το κράτος. Αυτό αποτελεί μια παγκόσμια πρωτοτυπία και καταδεικνύει το προφανές πρόβλημα της  υποχρηματοδότησης.  Αν η πολιτεία θεωρεί ότι όλα αυτά τα χρήματα που ξοδεύονται για το φάρμακο είναι υπερβολικά γιατί δεν φροντίζει να τα περιορίσει; Αν πάλι θεωρεί ότι καλώς ξοδεύονται γιατί δεν φροντίζει να χρηματοδοτήσει περισσότερο τη δημόσια δαπάνη;

Με βάση εκτιμήσεις του ΣΦΕΕ, για το 2024, οι επιστροφές θα ανέλθουν σε €4,6 δισ. ποσοστό 54% επί του συνόλου της φαρμακευτικής δαπάνης. Και μάλιστα το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στα νοσοκομεία, στους χώρους δηλαδή που η κατανάλωση φαρμάκου ελέγχεται 100% από το κράτος. Παρόλα αυτά και σε αυτό το κανάλι τροφοδοσίας, η ευθύνη μετακυλίεται πλήρως στις φαρμακευτικές εταιρείες. Πως αλλιώς μπορεί να εξηγήσει κανείς την ικανοποίηση της πολιτείας όταν επαίρεται πως μείωσε τις επιστροφές από 79% για το 2023 σε 75% για το 2024;

Για εμάς, τους εκπροσώπους των φαρμακευτικών εταιρειών, οι υποχρεωτικές επιστροφές είναι μια πραγματικότητα που θα μας συνοδεύει και στο μέλλον αλλά ο στόχος είναι να μειωθούν στο επίπεδο του 2020, όταν ήταν στο 40% της δαπάνης.

Βλέπουμε πλέον πως οι υπερβολικές επιστροφές έχουν επίπτωση στην πρόσβαση των ασθενών σε νέες θεραπείες. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη της IQVIA (2025), μόνο 1 στα 5 καινοτόμα φάρμακα που θα μπορούσαν να έρθουν στην Ελλάδα είναι σήμερα διαθέσιμο (36 από τα 178 που εγκρίθηκαν από τον ΕΜΑ την περίοδο 2021–2024). Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνονται και από τη μελέτη EFPIA/IQVIA Patients W.A.I.T. (2024), που δείχνει ότι μόλις 44 από τα 173 νέα φάρμακα της περιόδου 2020–2023 είναι πλήρως διαθέσιμα στη χώρα μας.

 

– Πως επηρεάζουν οι υπέρογκες επιστροφές την ικανότητα των εταιρειών να επενδύσουν σε νέες θεραπείες, κλινικές μελέτες και παραγωγικές υποδομές στην Ελλάδα;

Οι υπέρογκες επιστροφές δημιουργούν ένα εχθρικό περιβάλλον, κυρίως για τα νέα φάρμακα, με αποτέλεσμα οι εταιρείες να είναι πιο επιφυλακτικές να επενδύσουν στην Ελλάδα σε κλινικές μελέτες και πολύ περισσότερο σε παραγωγικές επενδύσεις που απαιτούν τεράστια κεφάλαια και αποτελούν και μακροχρόνια δέσμευση. Είναι πολύ σημαντικό που οι Ελληνικές φαρμακευτικές εταιρείες επενδύουν στη χώρα μας, αλλά και αυτές στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό σε εξαγωγές και όχι στο τοπικό περιβάλλον, ενώ η εμπειρία μας έχει δείξει πως το σύστημα υγείας μας, έχει σοβαρή εξάρτηση από το εισαγόμενο φάρμακο, ουσιαστικά δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτό. Δυστυχώς φαρμακευτική καινοτομία δεν παράγεται στη χώρα μας, τα περισσότερα αν όχι όλα τα καινοτόμα φάρμακα εισάγονται και είναι αυτά που διασφαλίζουν την επιβίωση σε πολλά κρίσιμα νοσήματα. Συνεπώς, σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου η Ευρώπη χάνει έδαφος έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας στην καινοτομία, η διατήρηση των υψηλών επιστροφών (υπερφορολόγηση) δυσχεραίνει την προσέλκυση επενδύσεων σε νέες θεραπείες, κλινικές μελέτες και παραγωγή. Για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και της Ελλάδας και να καταστούν ελκυστικοί προορισμοί για τη μεταφορά παραγωγής, έρευνας και ανάπτυξης, απαιτείται ένα σταθερό, προβλέψιμο και, κυρίως, βιώσιμο πλαίσιο.

 

– Ποιες μεταρρυθμίσεις θεωρείτε ότι είναι άμεσα εφαρμόσιμες και ποιες απαιτούν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό;

Διαχρονικά, καταθέτουμε τεκμηριωμένες και ρεαλιστικές προτάσεις στο Υπουργείο Υγείας.

1) Μακροπρόθεσμα, απαιτείται σταδιακός επαναπροσδιορισμός της δημόσιας επένδυσης στο φάρμακο, στο επίπεδο των χωρών της Νότιας Ευρώπης. Η επικαιροποιημένη μελέτη της Deloitte που παρουσιάζουμε αυτές τις μέρες, καταδεικνύει χρηματοδοτικό κενό 1,5 δισ. ευρώ έως το 2028, εκ των οποίων 0,8 δισ. αφορούν πρόσθετη χρηματοδότηση και 0,7 δισ. μεταρρυθμίσεις για καλύτερο έλεγχο της δαπάνης.

2) Βραχυπρόθεσμα, πρέπει να βελτιωθεί η απόδοση της επένδυσης στο σύστημα, καθώς σημειώνονται τεράστιες καθυστερήσεις σε σημαντικά διαρθρωτικά μέτρα που έχει ανακοινώσει η Πολιτεία από το 2024. Πολλά από αυτά τα μέτρα είχαν ανακοινωθεί στις αρχές του 2024 αλλά δυστυχώς, δεν έχουν αποδώσει ακόμη καρπούς. Οι μεταρρυθμίσεις αφορούν στον έλεγχο της συνταγογράφησης μέσω ψηφιακών εργαλείων, στον έλεγχο της δαπάνης του ΙΦΕΤ, στον καλύτερο έλεγχο των ΑΜΚΑ, ώστε η δαπάνη να κατευθύνεται στοχευμένα στους πραγματικά ανασφάλιστους πολίτες, στην εφαρμογή κλειδωμένων πρωτοκόλλων που συμβάλλουν στην ορθή συνταγογράφηση, στη διασύνδεση του φακέλου ασθενούς με το σύστημα συνταγογράφησης, καθώς και άλλες παρεμβάσεις.

3) Αντίστοιχα με τα μέτρα που θεσμοθετήθηκαν για τις παραγωγικές επενδύσεις και συνέβαλαν ουσιαστικά στην αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας των ελληνικών εργοστασίων, οδηγώντας και σε ενίσχυση των εξαγωγών που έχει ανάγκη η χώρα, έχουμε καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση για τη δημιουργία κινήτρων για τις κλινικές μελέτες. Πρόκειται για μια επένδυση που αποδίδει πολλαπλάσια αξία και προσφέρει άμεσο όφελος στον Έλληνα ασθενή.

Συμπερασματικά, απαιτούνται σταθερότητα και προβλεψιμότητα, καθώς και αναγνώριση της συμβολής του κλάδου στο σύστημα υγείας. Το φάρμακο πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επένδυση στην πρόληψη και στη δημόσια υγεία και ως μοχλός μείωσης των συνολικών δαπανών – κάθε 1 ευρώ επένδυσης στο φάρμακο οδηγεί σε 4 ευρώ εξοικονόμησης δαπανών υγείας.

Μετάβαση στο περιεχόμενο
ΣΦΕΕ
Επισκόπηση απορρήτου

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες των cookies αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και βοηθώντας την ομάδα μας να καταλάβει ποια τμήματα του ιστότοπου μας θεωρείτε πιο ενδιαφέροντα και χρήσιμα.